Είχε ένα ωραίο ταχυδρομείο ο Πειραιάς, όπως και η Αθήνα. Το 1973 αποφασίστηκε η μεταφορά τους σε νεόδμητα, τότε, κτίρια και έκτοτε οι δύο ενωμένες πόλεις έχουν εξαιρεθεί από την κατηγορία των πόλεων εκείνων που διαθέτουν ταχυδρομικά μέγαρα στεγασμένα σε... συμβολικής αρχιτεκτονικής, περήφανα κτίρια του 19ου αιώνα. Αυτή η εξαίρεση δεν είναι άνευ σημασίας και έχει εν πολλοίς να κάνει με την αμφίσημη και χαλαρή σχέση των ελληνικών πόλεων με τους θεσμούς και τις υπηρεσίες, όπως τις αποκρυστάλλωσε αρχιτεκτονικά ο δυτικός κανόνας.
Στην Αθήνα, το παλιό ταχυδρομείο στεγαζόταν στο λαμπρό Μέγαρο Μελά, στην πλατεία Κοτζιά, ένα από τα ωραιότερα κτίρια της πόλης, που έκτοτε έχει αποκατασταθεί υποδειγματικά. Στον Πειραιά, στο παλιό ταχυδρομείο, στην οδό Φίλωνος 29, στεγάζεται πλέον η Δημοτική Πινακοθήκη. Είχα επισκεφθεί πρόσφατα το ωραίο αυτό κτίριο, χτισμένο το 1899, για να παρακολουθήσω μία εκδήλωση, και πολλές σκέψεις γεννήθηκαν στο μυαλό μου καθώς το ένιωσα χωρίς χυμούς, χωρίς στόχο, χωρίς κοινό, όπως θα του άξιζε.
Είχα περπατήσει από τον σταθμό του Ηλεκτρικού μέχρι τη Δημοτική Πινακοθήκη και ο αστικός περίγυρος είχε μια μελαγχολία και μια αίσθηση παρακμής, που δυσκόλευε τη συνειρμική διασύνδεση με τον Πειραιά του αστικού παρελθόντος. Ωστόσο, η θέαση του κτιρίου του παλιού ταχυδρομείου, όπως ακόμη το αποκαλούν πολλοί Πειραιώτες, είχε την ισχύ της οπτασίας καθώς οι τελευταίες ακτίνες του ηλίου χρύσιζαν την ώχρα και θέρμαιναν την τερακότα της πρόσοψης. Πόσα τέτοια κτίρια έχει ο Πειραιάς, και πόσο κρίμα είναι, παρά τις όποιες συλλογές έχει αποκτήσει η Δημοτική Πινακοθήκη, να είναι επί της ουσίας ένα κτίριο παροπλισμένο, βυθισμένο σε επαρχιακό λήθαργο, χωρίς διασύνδεση με την Αθήνα, τους νέους δημιουργούς, την τέχνη που γεννιέται. Λοξοδρομώντας μέσα στο κτίριο πρόσεξα το εξαίρετο κλιμακοστάσιο, αλλά δυστυχώς οι χώροι του ισογείου είναι ανέμπνευστοι, λευκές αίθουσες, με αέρα κορνιζάδικου. Αυτή είναι η αλήθεια και, δυστυχώς, ισχύει όχι μόνο για το σύνολο σχεδόν του Πειραιά (συμπεριλαμβανομένου του Δημοτικού Θεάτρου, που ακόμη δεν έχει δείξει ότι μπορεί να γεννήσει πράγματα) αλλά και για πολλούς χώρους της Αθήνας, τουλάχιστον για τους περισσότερους που ανήκουν στον Δήμο Αθηναίων.
Γραφειοκρατία, απόσταση από την κοινωνία, άγνοια για το τι κάνει η νέα γενιά. Ολα όμως μπορούν να γυρίσουν. Η παρακμή δεν είναι ισόβια συνθήκη. Διαβάζω συχνά το πειραϊκό μπλογκ http://mlp-blo-g-spot.blogspot.gr, που θεωρώ υπόδειγμα αστικής αυτογνωσίας, έρευνας υλικού και παρουσίασης της ιστορίας του Πειραιά. Εκεί βρήκα όμορφα στοιχεία και για το παλιό ταχυδρομείο και πληροφορήθηκα ότι «οικοδομήθηκε σε σχέδια του δημοτικού μηχανικού Εμμανουήλ Παπακωνσταντίνου εντός μόλις δύο χρόνων και με συνολικό κόστος 242.480 δρχ.» (για το οποίο υπήρξαν αντιδράσεις, όπως συνέβαινε και συμβαίνει, σχεδόν πάντα). Σκεφτόμουν, πόσο καλύτερα ξέρουν και νοιάζονται την αστική ιστορία κάποιοι ιδιώτες, ιστοριοδίφες, φωτογράφοι, πολλοί από τους οποίους είναι νέα παιδιά με δίψα προσφοράς. Εχω συναντήσει πολλούς τέτοιους νέους, που είναι όλοι, ή σχεδόν, εκτός «παραγωγής». Δεν είναι τυχαίο που μια μυρωδιά θλίψης υπάρχει στα δημοτικά μέγαρα.
Στην Αθήνα, το παλιό ταχυδρομείο στεγαζόταν στο λαμπρό Μέγαρο Μελά, στην πλατεία Κοτζιά, ένα από τα ωραιότερα κτίρια της πόλης, που έκτοτε έχει αποκατασταθεί υποδειγματικά. Στον Πειραιά, στο παλιό ταχυδρομείο, στην οδό Φίλωνος 29, στεγάζεται πλέον η Δημοτική Πινακοθήκη. Είχα επισκεφθεί πρόσφατα το ωραίο αυτό κτίριο, χτισμένο το 1899, για να παρακολουθήσω μία εκδήλωση, και πολλές σκέψεις γεννήθηκαν στο μυαλό μου καθώς το ένιωσα χωρίς χυμούς, χωρίς στόχο, χωρίς κοινό, όπως θα του άξιζε.
Είχα περπατήσει από τον σταθμό του Ηλεκτρικού μέχρι τη Δημοτική Πινακοθήκη και ο αστικός περίγυρος είχε μια μελαγχολία και μια αίσθηση παρακμής, που δυσκόλευε τη συνειρμική διασύνδεση με τον Πειραιά του αστικού παρελθόντος. Ωστόσο, η θέαση του κτιρίου του παλιού ταχυδρομείου, όπως ακόμη το αποκαλούν πολλοί Πειραιώτες, είχε την ισχύ της οπτασίας καθώς οι τελευταίες ακτίνες του ηλίου χρύσιζαν την ώχρα και θέρμαιναν την τερακότα της πρόσοψης. Πόσα τέτοια κτίρια έχει ο Πειραιάς, και πόσο κρίμα είναι, παρά τις όποιες συλλογές έχει αποκτήσει η Δημοτική Πινακοθήκη, να είναι επί της ουσίας ένα κτίριο παροπλισμένο, βυθισμένο σε επαρχιακό λήθαργο, χωρίς διασύνδεση με την Αθήνα, τους νέους δημιουργούς, την τέχνη που γεννιέται. Λοξοδρομώντας μέσα στο κτίριο πρόσεξα το εξαίρετο κλιμακοστάσιο, αλλά δυστυχώς οι χώροι του ισογείου είναι ανέμπνευστοι, λευκές αίθουσες, με αέρα κορνιζάδικου. Αυτή είναι η αλήθεια και, δυστυχώς, ισχύει όχι μόνο για το σύνολο σχεδόν του Πειραιά (συμπεριλαμβανομένου του Δημοτικού Θεάτρου, που ακόμη δεν έχει δείξει ότι μπορεί να γεννήσει πράγματα) αλλά και για πολλούς χώρους της Αθήνας, τουλάχιστον για τους περισσότερους που ανήκουν στον Δήμο Αθηναίων.
Γραφειοκρατία, απόσταση από την κοινωνία, άγνοια για το τι κάνει η νέα γενιά. Ολα όμως μπορούν να γυρίσουν. Η παρακμή δεν είναι ισόβια συνθήκη. Διαβάζω συχνά το πειραϊκό μπλογκ http://mlp-blo-g-spot.blogspot.gr, που θεωρώ υπόδειγμα αστικής αυτογνωσίας, έρευνας υλικού και παρουσίασης της ιστορίας του Πειραιά. Εκεί βρήκα όμορφα στοιχεία και για το παλιό ταχυδρομείο και πληροφορήθηκα ότι «οικοδομήθηκε σε σχέδια του δημοτικού μηχανικού Εμμανουήλ Παπακωνσταντίνου εντός μόλις δύο χρόνων και με συνολικό κόστος 242.480 δρχ.» (για το οποίο υπήρξαν αντιδράσεις, όπως συνέβαινε και συμβαίνει, σχεδόν πάντα). Σκεφτόμουν, πόσο καλύτερα ξέρουν και νοιάζονται την αστική ιστορία κάποιοι ιδιώτες, ιστοριοδίφες, φωτογράφοι, πολλοί από τους οποίους είναι νέα παιδιά με δίψα προσφοράς. Εχω συναντήσει πολλούς τέτοιους νέους, που είναι όλοι, ή σχεδόν, εκτός «παραγωγής». Δεν είναι τυχαίο που μια μυρωδιά θλίψης υπάρχει στα δημοτικά μέγαρα.
Άρθρο του Νίκου Βατόπουλου στη Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου